Τρίτη 5 Αυγούστου 2014

Νόμιμες οι περικοπές των αποδοχών στους πανεπιστημιακούς καθηγητές - «Ρήγμα» στα Ειδικά Μισθολόγια

ΑΠΟΦΑΣΗ ΣΤΕ
Σε «πιλοτική δίκη» στην Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας παραπέμπονται για να κριθούν οι περικοπές που υπέστησαν αναδρομικά (από 1-8-12) οι πανεπιστημιακοί, υπό τη «βαριά σκιά» όμως μιας δικαστικής απόφασης που τις κρίνει συνταγματικά ανεκτές, σε αντίθεση με τις αποφάσεις που δικαίωσαν δικαστικούς λειτουργούς και ενστόλους.

Το Στ' τμήμα ΣτΕ σε μείζονα σύνθεση έκρινε ότι υπάρχει μια διαφοροποίηση ανάμεσα στις επιμέρους κατηγορίες «ειδικών μισθολογίων» (δικαστικοί λειτουργοί, ένστολοι, πανεπιστημιακοί, ιατροί, διπλωμάτες κ.λπ.) λόγω της διακεκριμένης αποστολής και της φύσης των καθηκόντων κάθε κατηγορίας και δέχθηκε ότι δεν επιβάλλεται από το Σύνταγμα η μισθολογική εξομοίωση των πανεπιστημιακών με δικαστές και ενστόλους.


Η δικαστική απόφαση προκαλεί ένα πρώτο ρήγμα μεταξύ των φορέων των ειδικών μισθολογίων και μολονότι αναγνωρίζει ότι το μισθολόγιο των μελών ΔΕΠ (Διδακτικού Ερευνητικού Προσωπικού) ΑΕΙ και ΤΕΙ «διαμορφώνεται πράγματι σε μη ικανοποιητικά επίπεδα», δέχεται ότι «δεν φθάνει πάντως σε σημείο που να διακυβεύεται ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσής τους εν όψει των συνολικών σημερινών συνθηκών της χώρας ή να καθίσταται ιδιαιτέρως δυσχερής η άσκηση των σημαντικών καθηκόντων του λειτουργήματος».

Την ίδια στιγμή στην Ολομέλεια του Ελεγκτικού Συνεδρίου εκκρεμούν οι αντίστοιχες περικοπές στους συνταξιούχους των «ειδικών μισθολογίων» με πρόταση του Γενικού Επιτρόπου Δ. Λασκαράτου να κριθούν οι μειώσεις του ν. 4093/12 αντισυνταγματικές για όλες τις κατηγορίες, κάτι που ήδη έγινε δεκτό για τους συνταξιούχους δικαστές. Παράλληλα, η Ολομέλεια ΣτΕ ακύρωσε ομόφωνα ως αντισυνταγματικές τις μειώσεις του ν. 4093 για τους ενστόλους επαναφέροντάς τους στα μισθολογικά επίπεδα του Ιουλίου 2012, όπως έκανε και το «Μισθοδικείο» για τους δικαστές αναγνωρίζοντάς τους ταυτόχρονα αντίστοιχο αφορολόγηγο με εκείνο των βουλευτών (25%).
Το Στ' τμήμα (πρόεδρος Αθ. Ράντος, εισηγητής Ελ. Παπαδημητρίου) έκρινε (2705/14) ότι πρέπει να απορριφθούν οι ισχυρισμοί πανεπιστημιακών καθηγητών ότι οι περικοπές που υπέστησαν (από 3.426 έως 6.801 ευρώ για ένα 8μηνο) με τον ν. 4093 είναι αντίθετες σε διατάξεις του Συντάγματος (για την ισότητα έναντι των δημοσίων βαρών, την ιδιοκτησία, την αξιοκρατία, την αναλογικότητα) και διεθνείς συνθήκες που κατοχυρώνουν περιουσιακά δικαιώματα.

Ωστόσο το τμήμα δέχθηκε ότι οι προσφυγές θίγουν ζητήματα μείζονος σπουδαιότητας και λόγω της γενικότερης σημασίας τους πρέπει να εξεταστούν στην Ολομέλεια ΣτΕ.

Οι προσφυγές

Οι πανεπιστημιακοί υποστήριξαν ότι μετά από αλλεπάλληλες νομοθετικές περικοπές (αρχικά 12%, μετά 8%) και επιβαρύνσεις (εισφορές αλληλεγγύης, μειώσεις αφορολογήτου, επιδομάτων κ.λπ.) με τον ν. 4093 επιβλήθηκαν νέες δραστικές μηνιαίες μειώσεις (από 380 έως 755 ευρώ), με συνέπεια να μην επαρκούν οι αποδοχές τους για να ανταποκριθούν στα έξοδα διαβίωσης και στα ακαδημαϊκά καθήκοντα.
Το ΣτΕ έκρινε ότι ο νομοθέτης δεν εμποδίζεται να επιβάλλει μειώσεις σε περιόδους μεγάλης δημοσιονομικής κρίσης, εξασφαλίζοντας ωστόσο την άσκηση των καθηκόντων και ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, κάτι που δέχθηκε ότι δεν θίγεται με τις επίμαχες μειώσεις.
Εξηγώντας στην 57σέλιδη απόφαση τις διαφοροποιημένες θέσεις απέναντι στη δικαίωση ενστόλων και δικαστών, το ΣτΕ επισήμανε ότι ναι μεν το Σύνταγμα επιβάλλει την ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση των πανεπιστημιακών (λόγω της αποστολής και φύσης των καθηκόντων τους), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι επιβάλλεται η μισθολογική εξομοίωσή τους με δικαστές ή άλλες κατηγορίες που συνδέονται στενά με τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας, που αντιμετωπίζουν δεσμεύσεις αποκλειστικής απασχόλησης, κινδύνους, απαγορεύσεις - περιορισμούς ατομικών δικαιωμάτων (όπως οι ένστολοι).

Επίσης δέχθηκε ότι τα μέλη ΔΕΠ έχουν ευνοϊκότερο μισθολόγιο έναντι των δημοσίων υπαλλήλων με χορήγηση ειδικών επιδομάτων, απολαύοντας πλήρους ελευθερίας, με ευχέρεια παράλληλης εξωπανεπιστημιακής απασχόλησης και έτσι καλύπτεται η ιδιαίτερη μισθολογική τους μεταχείριση. Εκρινε επίσης ότι το επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης δεν προσδιορίζεται με βάση τις προηγούμενες αποδοχές κάθε κατηγορίας, αλλά με βάση τις γενικότερα επικρατούσες συνθήκες, σε συνάρτηση με το επίπεδο διαβίωσης των υπόλοιπων πολιτών της χώρας.

Πηγή: Εθνος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου